Η αντιμετώπιση ενός κατάγματος στη λεκάνη του κοτύλης εξαρτάται από τον βαθμό της σοβαρότητας του κατάγματος. Υπάρχουν δύο βασικές επιλογές θεραπείας:
- Μη χειρουργική ή συντηρητική θεραπεία
- Χειρουργική θεραπεία
Η μη χειρουργική θεραπεία είναι κατάλληλη για ορισμένα κατάγματα κοτύλης, όπως τα κατάγματα που δεν έχουν μετατοπιστεί και τα κατάγματα με μικρή μετατόπιση.
Αυτή η προσέγγιση συνήθως προτείνεται όταν το κάταγμα της λεκάνης – κοτύλης είναι σταθερό και δεν υπάρχει σημαντική μετατόπιση των οστών.
Επιπλέον, αυτή η θεραπεία μπορεί να είναι κατάλληλη για ασθενείς που δεν είναι υπόλογοι για χειρουργική επέμβαση λόγω σοβαρής οστεοπόρωσης ή καρδιακών προβλημάτων. Για να αποφευχθεί η υπερφόρτωση ή η περιορισμένη κινητικότητα, ο ιατρός μπορεί να συνιστά τα εξής:
- Χρήση βοηθημάτων βάδισης, όπως πατερίτσες ή περιπατητής.
- Περίοδο ανάπαυσης χωρίς φόρτιση του πόδιου για 5-6 εβδομάδες.
Η εκτελεστική ιατρική πρακτική της χειρουργικής αποτελεί αναπόσπαστο μέρος της αντιμετώπισης των περισσότερων καταγμάτων στον κόκκυγα, ιδίως όταν αυτά έχουν μετακινηθεί ή είναι σοβαρής φύσης. Ο βασικός στόχος της επέμβασης είναι να επαναφέρει τα κατεστραμμένα κομμάτια των οστών στη σωστή θέση και να τα σταθεροποιήσει μέσω βιδών, πλακών ή άλλων τεχνικών οστεοσύνθεσης. Ο τύπος της χειρουργικής παρέμβασης που θα εφαρμοστεί εξαρτάται από την τοποθεσία και την σοβαρότητα του κατάγματος.
Τα πιο κοινά είδη χειρουργικών επεμβάσεων για το Κάταγμα Λεκάνης Κοτύλης περιλαμβάνουν:
- Ανοικτή ανάταξη με εσωτερική οστεοσύνθεση (ORIF): Αυτή η επέμβαση πραγματοποιείται μέσω μιας τομής στην περιοχή του κατάγματος. Ο χειρουργός επαναφέρει τα κομμάτια των οστών στη σωστή θέση και στη συνέχεια τα σταθεροποιεί με βίδες, πλάκες ή άλλα μέσα οστεοσύνθεσης.
Η απόφαση για τον τύπο της επέμβασης καθορίζεται από τον ορθοπεδικό χειρουργό, ο οποίος λαμβάνει υπόψη την ηλικία του ασθενούς, τη γενική κατάσταση της υγείας του, τη σοβαρότητα του κατάγματος και άλλους παράγοντες.
Αποκατάσταση Η ανάκτηση μετά από ένα κάταγμα στον κόκκυγα διαρκεί συνήθως αρκετούς μήνες και εξαρτάται από τη σοβαρότητα του κατάγματος, τον τύπο της επέμβασης και την ηλικία και γενική κατάσταση του ασθενούς. Η διαδικασία αποκατάστασης περιλαμβάνει συνήθως φυσικοθεραπεία για την επανακατάκτηση της πλήρους κινητικότητας και λειτουργικότητας του ποδιού.
Η φυσικοθεραπεία συνήθως ξεκινά μερικές εβδομάδες μετά την επέμβαση και περιλαμβάνει ασκήσεις για την αύξηση της δύναμης, της ευλυγισίας και του εύρους κίνησης του ποδιού. Γενικά, οι ασθενείς που υποβάλλονται σε χειρουργική θεραπεία έχουν καλύτερες προοπτικές ανάκτησης από εκείνους που υποβάλλονται σε μη χειρουργική θεραπεία. Ωστόσο, η πλήρης αποκατάσταση μετά από ένα κάταγμα στον κόκκυγα μπορεί να διαρκέσει αρκετούς μήνες.
Οι ασθενείς που έχουν υποβληθεί σε χειρουργική επέμβαση πρέπει επίσης να χρησιμοποιούν βοηθήματα κίνησης, όπως πατερίτσες ή αναπηρικά καροτσάκια, για κάποιο διάστημα. Η φυσικοθεραπεία αποτελεί κρίσιμη συνιστώσα για την αποκατάσταση της δύναμης και της κινητικότητας του ισχίου.